αντίδωρο

στήριξε πάνω μου του στέμματος το βάρος
και έχε θάρρος, θα βγούμε ζωντανοί

γείρε κοντά μου, έστω και καταλάθος,
(κάπου στο βάθος ουρλιάζει μια στιγμή)

και θα σε ντύσω μ’ απαρέμφατο μανδύα,
θα ‘μαι σχεδία φτιαγμένη μ’ αφορμές

μα όταν δαγκώνω το γευστικό σου κάτι
κλείνε το μάτι και λέγε πως με θες